Γραμμένες στα 1864, οι Σημειώσεις από το Υπόγειο είναι το πρώτο σημαντικό μυθιστόρημα του Φιόντορ Μιχαήλοβιτς Ντοστογιέφσκι μετά από την απελευθέρωσή του από το κάτεργο και θεωρείται από τους σύγχρονους κριτικούς όχι μόνο προάγγελος, αλλά και ερμηνευτικό κλειδί των μεγάλων έργων που θα ακολουθήσουν.
Και όμως, το Υπόγειο μπορεί περισσότερο από κάθε άλλο έργο του μεγάλου Ρώσου να παραπλανήσει τον ανυποψίαστο αναγνώστη. Γραμμένο σε α΄ πρόσωπο και εξομολογητικό ύφος, μπορεί να εκληφθεί ως απόσταγμα της εμπειρίας του σαραντάχρονου τότε συγγραφέα, και καρπός της τραγικής ζωής του –επιληψία, τζόγος, εξτρεμισμός, σύλληψη και καταδίκη στο κάτεργο, θάνατοι των αγαπημένων του προσώπων. Όμως το Υπόγειο απέχει πολύ από το να είναι ένα λογοτεχνικό ημερολόγιο του Ντοστογιέφσκι.
Το Υπόγειο είναι ένα έργο πολεμικής. Δεν έχει νόημα στα πλαίσια μιας ιστολογικής ανάρτησης να αναφερθούμε στις αρχαίες διαμάχες της ρωσικής διανόησης και τα πρόσωπα, στα οποία ο Ντοστογιέφσκι επιτίθεται και παρωδεί. Εξάλλου από πολύ νωρίς, οι μελετητές του έργου του λίγη σημασία έδιναν στις συγκεκριμένες συγκυρίες. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως το Υπόγειο εκφράζει αλήθειες καθολικότερες.Στο πρώτο μέρος του μυθιστορήματος ο Ντοστογιέφσκι επιτίθεται με δριμύτητα σε όλα τα μεγάλα ρεύματα σκέψης και τα πνευματικά κινήματα που εισάχθηκαν και άκμασαν στη Ρωσία των μέσων του 19ου αιώνα. Από τα δηλητηριώδη βέλη του υποχθόνιου ήρωά του πλήττονται βάναυσα ο ντετερμινισμός, ο εξελικτισμός, ο ρασιοναλισμός, η ιατρική και οι φυσικές επιστήμες, και φυσικά ο σοσιαλισμός. Στην τελική, πλήττονται βάναυσα από τον υπόγειο ήρωα όλοι οι «κανονικοί» άνθρωποι, οι θεωρήσεις και οι βεβαιότητές τους.
Η πολεμική μηχανή που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας εναντίον αυτών των ιδεολογιών δεν είναι άλλος από τον ήρωά του. Ο Υποχθόνιος δεν είναι αρνητής των μοντέρνων και προοδευτικών ιδεών, αλλά θερμός θιασώτης τους –όπως υπήρξε άλλωστε και ο ίδιος ο συγγραφέας. Βέβαια ο Υποχθόνιος απέχει πολύ από το να είναι ένας από τους συνηθισμένους οπαδούς, τους “κανονικούς ανθρώπους” που χλευάζει και ποθεί, καθώς έχει εσωτερικοποιήσει και αφομοιώσει απολύτως τις προοδευτικές ιδέες και βιώνει πλέον τις συνέπειές τους. Όπως παρατηρεί ο Joseph Frank, ο ήρωας του Υπογείου δεν είναι ένας ηθικός και ψυχολογικός χαρακτήρας, αλλά πρωτίστως είναι ένας κοινωνικός-ιδεολογικός τύπος, του οποίου η ψυχολογία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη και εξαρτώμενη από τις ιδέες που ασπάζεται και σύμφωνα με τις οποίες προσπαθεί να ζει.
Συνεπώς η πολεμική του Ντοστογιέφσκι γίνεται μέσα από τα σπλάχνα των κινημάτων και των ιδεολογιών. Ο Υποχθόνιος είναι ο καρκίνος που εμφυτεύει ο συγγραφέας στο αντίπαλο στρατόπεδο, καθώς παρουσιάζει τα αποτελέσματα που θα έχει η τυχόν επικράτησή του στην Ρωσία.
Ποιος όμως είναι ο στόχος του Ντοστογιέφσκι; Και γιατί ο ήρωάς του μισεί θανάσιμα εκείνο που λατρεύει;
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι ο Ντοστογιέφσκι δεν ασκεί την κριτική του εν ονόματι κάποιου άλλου ιδεολογικού χώρου. «Αν πρωτοτυπεί σε κάτι αυτή η άρνηση του σοσιαλισμού», παρατηρεί ο Κ. Παπαγιώργης, «είναι ότι δεν αντιτάσσει μια άλλη ορθολογική οργάνωση. Μια νέα μυρμηγκοφωλιά στη θέση της παλιάς».
Με άλλα λόγια, ο Ντοστογιέφσκι πολεμάει εδώ με πάθος οτιδήποτε, οποιαδήποτε ιδέα περιορίζει την ελευθερία βούλησης του ανθρώπου. Απεχθάνεται κάθε Κρυστάλλινο Παλάτι, που στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένα κοτέτσι, που προσφέρει ψεύτικη ασφάλεια φυλακίζοντας τον άνθρωπο. Απεχθάνεται κάθε σύστημα, ιδέα ή επιστήμη, η οποία μετατρέπει τον άνθρωπο σε πλήκτρο του πιάνου που παίζει με λογική και ρεαλισμό η εξουσία.
Γι’ αυτό η ντοστογιεφσκική κριτική του σοσιαλισμού είναι τόσο επίκαιρη σήμερα, που η «θρησκεία της αγοράς», ο νεοφιλελευθερισμός, ανενδοίαστα θυσιάζει τον άνθρωπο για να ανθίσει ένα οικονομικό σύστημα. Το Κρυστάλλινο Παλάτι της εποχής μας ονομάζεται ανάπτυξη και δεν διαφέρει σε τίποτα από το κοτέτσι του Υπογείου.
Από την πολεμική του Υπογείου δεν γλιτώνει ο0ύτε καν ο ίδιος ο συγγραφέας του -άλλωστε αυτό που διεκδικεί ο Υποχθόνιος είναι η απόλυτη ελευθερία, ακόμα και η ελευθερία της αυτοκαταστροφής. Το β΄ μέρος, όπου ο ήρωάς του βγαίνει στο φως και βολτάρει στην Αγία Πετρούπολη αποζητώντας την ανθρώπινη επαφή, δεν είναι παρά μια παρωδία του ρομαντικού ήρωα, ο οποίος άκμασε στην Ευρωπαϊκή και την Ρώσικη λογοτεχνία του 19ου αιώνα και ο οποίος πρωταγωνιστούσε στα πρώιμα μυθιστορήματα του ίδιου του Ντοστογιέφσκι.
Ο ρομαντικός ήρωας είναι αποκομμένος από τον κόσμο. Μια άπειρη απόσταση τον χωρίζει από τους συνανθρώπους του. Ζει περιπέτειες, δόξες, τιμές, καταστροφές και ταπεινώσεις, αλλά τίποτα από αυτά δεν τον αγγίζει πραγματικά, δεν τον αλλοιώνει, δεν τον μεταβάλει. Το εγώ του παραμένει θωρακισμένο και απρόσιτο. Η μεγαλοψυχία του, η γενναιοδωρία του, η ευγένεια και η αγαθότητά του πηγάζουν ανεξάντλητα από μέσα του και του παρέχουν την μεγαλειότητα σε καιρούς δοκιμασίας και θριάμβου.
Αυτή ακριβώς την μεγαλοσύνη και την ανωτερότητα νιώθει και ο Υποχθόνιος μέσα στο δωμάτιό του, μεταξύ οροφής και πατώματος. Συνειδητοποιεί όμως ότι αυτή η ανωτερότητα χρειάζεται και την αναγνώριση της ανθρωπότητας να υπάρξει, το βλέμμα του άλλου –αυτό είναι το δράμα του. Ή μάλλον η κωμωδία του, καθώς το β’ μέρος του Υπογείου είναι γραμμένο σε διαφορετικό ύφος από το α΄, πιο ανάλαφρο. Η κωμική του διάσταση επιτείνεται από τις συνεχείς ματαιώσεις των ρομαντικών ονειροφαντασιών του ήρωα.
Αποκορύφωση αυτής της κωμωδίας είναι το γεύμα με τους παλαιούς συμμαθητές. Εκεί ο Υποχθόνιος εισέβαλε απρόσκλητος με στόχο να τους σκλαβώσει με την ευγένεια και την εσωτερική, ρομαντική του δύναμη, αλλά κανείς δεν του δίνει σημασία. Βηματίζει επί τρεις ώρες «από το τραπέζι ίσαμε τη σόμπα και από τη σόμπα ίσαμε το τραπέζι», ενώ οι άλλοι αδιάφορα τρώνε, πίνουν, συζητούν, αγκαλιάζονται και φιλιούνται. Μόνος απέναντι στους άλλους που είναι μαζί –στο σημείο αυτό βρίσκεται η απόλυτη γελοιοποίηση του ρομαντικού ήρωα.
Η κωμωδία όμως μετατρέπεται σε πραγματική τραγωδία όταν στη συνέχεια, μανιασμένος από την απόρριψη ο Υποχθόνιος επισκέπτεται ένα πορνείο. Η σωτηρία της πόρνης, διαβάζουμε στα εγχειρίδια, αποτελούσε κοινό θέμα στην προοδευτική ρώσικη λογοτεχνία του 19ου αιώνα: Ο φωτισμένος λόγιος διδάσκοντας την λογική κάνει την ταπεινωμένη γυναίκα να αλλάξει ζωή. Η παραβολή είναι προφανής, όπως προφανής είναι και η διαστρέβλωση από τον Ντοστογιέφσκι του μύθου.
Στο πορνείο ο Υποχθόνιος βρέθηκε αντιμέτωπος με κάτι πραγματικά καλό, πραγματικά αγνό, πραγματικά όμορφο, με την «ζωντανή ζωή», όπως θα έλεγε ο ίδιος, την Λίζα, μια νεαρή πόρνη. Μόλις όμως οσμίζεται ότι εκείνη είναι πιο ευάλωτη από τον ίδιο αποφασίζει να εκδικηθεί με έναν απλό τρόπο: Γίνεται όσο πιο αποκρουστικός μπορεί για την κοπέλα. Κι όταν μετά το σεξ την βλέπει να αποτραβιέται αηδιασμένη, αποφασίζει να της επιβληθεί όχι μόνο σωματικά, αλλά και πνευματικά. Αρχίζει λοιπόν να παίζει με τα συναισθήματά της και προκαλεί την συναισθηματική της κατάρρευση.
Εδώ ο Υποχθόνιος κάνει ένα σφάλμα: Παρασυρμένος από τα ίδια τα ευγενικά του λόγια, κάνει το παραπάνω βήμα και την προσκαλεί στο σπίτι του. Εκείνη τη στιγμή του φαινόταν πρέπον, ωραίο και υψηλό, αλλά αίφνης μόλις δρασκέλισε την πόρτα του Υπογείου του και ήλθε αντιμέτωπος με την άθλια καθημερινότητά του, ένιωσε τρόμο: Αν πράγματι η Λίζα ερχόταν και τον έβλεπε σε αυτό το χάλι;
Πράγματι, όταν μετά από τρεις ημέρες η κοπέλα θα τον επισκεφθεί και θα τον αντικρίσει με την άθλια, τριμμένη ρόμπα να εξουσιάζεται από τον ίδιο του τον υπηρέτη, ο Υποχθόνιος θα καταρρεύσει και θα της ομολογήσει όλο το άθλιο σχέδιό του: Δεν ενδιαφερόταν καθόλου για την ίδια, ήθελε μόνο να ταπεινώσει και να εξευτελίσει έναν άλλον άνθρωπο για να νιώσει ανώτερος.
Η Λίζα στο σημείο αυτό βρίσκεται σε πλεονεκτικό σημείο, θα μπορούσε να το εκμεταλλευτεί και επιτύχει μια ολοκληρωτική νίκη απέναντί του. Αλλά η φτωχή κοπέλα, η ενσάρκωση της ρώσικης ψυχής, αφήνει κατά μέρος τα δικά της προβλήματα, τον δικό της εξευτελισμό, τον αγκαλιάζει και τον παρηγορεί. Ο Ντοστογιέφσκι φέρνει τον διανοούμενο / ριζοσπάστη / ρομαντικό ήρωά του αντιμέτωπο με το μεγαλείο της λαϊκής ψυχής. Αυτή είναι η ευκαιρία του, να αφήσει τον εγωκεντρισμό του στην άκρη και να ξεκινήσει μια νέα ζωή. Ο Υποχθόνιος όμως δεν μπορεί να αντέξει το γεγονός ότι ταπεινώθηκε μπροστά στη φτωχή πόρνη. Το γεγονός ότι η Λίζα τον αποδέχεται όπως είναι, δεν τον αναπαύει καθόλου. Εκείνος αποζητά την αναγνώριση των συμμαθητών του. Μόνο το δικό τους βλέμμα, εκείνων που περιφρονεί και ζηλεύει, μπορεί να τον θεραπεύσει. Η καλοσύνη της πόρνης δεν είναι παρά μια ακόμα ταπείνωση για τον ίδιο, την οποία δεν μπορεί να ανεχθεί. Έτσι, για να πετύχει την υπέρτατη νίκη, «από καθαρή κακία» δίνει στην κοπέλα ένα χαρτονόμισμα. Η Λίζα φεύγει τρέχοντας από το σπίτι του, προλαβαίνοντας όμως να αφήσει στο τραπεζάκι τα χρήματα. Είναι ενδεικτικό των ντοστογιεφσκικών σαδομαζοχιστικών σχέσεων ότι μόλις το Υποχθόνιος είδε τα χρήματα, μόλις δηλαδή διαπίστωσε ότι η Λίζα αποδείχτηκε ξανά ανώτερή του, βγήκε έξω τρέχοντας, αποζητώντας την να της φιλήσει τα πόδια και να ζητήσει συγχώρεση, αλλά εκείνη είχε χαθεί μέσα στη νύχτα.
Το Υπόγειο φαντάζει ζοφερό και απέλπιδο, σκοτεινή προφητεία του καιρού μας – ο Υποχθόνιος δεν μπορεί να βρει πουθενά παρηγοριά, χαρά και γαλήνη, ούτε στις ωραίες ιδέες που καταναλώνει και ασπάζεται, ούτε στον εσωτερικό του κόσμο.
Τι απομένει λοιπόν;
Η λογοτεχνική ιστορία λέει πως στο 10ο κεφάλαιο του α΄ μέρους ο Ντοστογιέφσκι πρότεινε ως διέξοδο την Ορθοδοξία, αλλά οι σχετικές αναφορές κόπηκαν από τους λογοκριτές, καθώς θεωρήθηκαν βλάσφημες και ανατρεπτικές. Ο Χριστιανισμός όμως του Ντοστογιέφσκι δεν ήταν ένα σύνολο κανόνων και δογμάτων, παρά ένας συγκεκριμένος τρόπος ζωής. Γι’ αυτό και δεν υπάρχει κηρυγματικά σε κανένα από τα έργα του –ούτε καν στους Καραμαζόφ– αλλά ποτίζει τις συμπεριφορές των ηρώων. Με άλλα λόγια, το γεγονός ότι χάθηκε η σχετική αναφορά από το Υπόγειο δεν αλλάζει και πολλά, ούτε στη στόχευση, ούτε στη σημασία, ούτε φυσικά και στη λύση που δίνει ο συγγραφέας…
————————–
Τα αποσπάσματα είναι από την μετάφραση της Κ. Μακρή, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γκοβόστη.
Βιβλιογραφία:
Joseph Frank, Dostoevsky. A Writer In His Times (Princeton University Press, 2010)
W. J. Leatherbarrow, The Cambridge Companion To Dostoevskii (Cambridge University Press, 2002)
Ν. Μπερδιάγιεφ, Το πνεύμα του Ντοστογιέφσκι (Πουρνάρας, 1990)
Κωστή Παπαγιώργη, Ντοστογιέφσκι (Καστανιώτης, 1990)