Να γιατί γράφω. Γιατί η ποίηση αρχίζει από κει που την
τελευταία λέξη δεν την έχει ο θάνατος. Είναι η λήξη μιας ζωής και η έναρξη μιας
άλλης, που είναι η ίδια με την πρώτη αλλά που πάει πολύ βαθιά, ως το ακρότατο
σημείο που μπόρεσε ν’ ανιχνεύσει η ψυχή, στα σύνορα των αντιθέτων, εκεί που ο
Ήλιος κι ο Άδης αγγίζονται. Η ατελεύτητη φορά προς το φως το φυσικό που είναι ο
Λόγος, και το φως το Άκτιστον που είναι ο Θεός. Γι’ αυτό γράφω. Γιατί με
γοητεύει να υπακούω σ’ αυτόν που δε γνωρίζω, που είναι ο εαυτός μου ολάκερος,
όχι ο μισός που ανεβοκατεβαίνει στους δρόμους και "φέρεται εγγεγραμμένος
στα μητρώα αρρένων του Δήμου". Είναι σωστό να δίνουμε στο άγνωστο το μέρος
που του ανήκει- να γιατί πρέπει να γράφουμε. Γιατί η Ποίηση μας ξεμαθαίνει από
τον κόσμο, τέτοιον που τον βρήκαμε τον κόσμο της φθοράς, που έρχεται κάποια
στιγμή να δούμε ότι είναι η μόνη οδός για να υπερβούμε τη φθορά, με την έννοια
που ο Θάνατος είναι η μόνη οδός για την Ανάσταση.
(από τα Ανοιχτά Xαρτιά)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου